Ηρθαν οι βάρβαροι

 

Ήρθαν οι βάρβαροι και έφεραν μνημόνια, χρήματα κι εκσυγχρονισμό

Υποθηκεύσαμε την πατρίδα μας, την γη, την θάλασσα και τον ουρανό

Σκιά μας έγινε ο φόβος

Η πείνα πήρε το μερτικό μας

Ήρθαν οι βάρβαροι και στα ξένα έφυγαν τα παιδιά μας

Ουρλιάζαν πάλι τα αγέννητα μωρά μας.

Ήρθαν οι βάρβαροι νόμους να θέσουν όχι υπέρ αλλά κατά μας.

Τα σπίτια μας υποθήκη στα όνειρά μας.

Ήρθαν οι βάρβαροι τουρίστες στα νησιά μας

Καταπάτησαν και την πολιτιστική κληρονομιά μας.

 

Το αύριο υποθηκεύτηκε στο σήμερα

 

Το ψέμα κυριάρχησε στην αγορά μας. 



Μυστικό

Σαν να χαϊδεύω τα σύννεφα από νωρίς που γεννήθηκα.
Αναπότρεπτος ο χρόνος φυσάει μαϊστράλι.
Το ηλιοτρόπιο μου κλείνει το μάτι.
Κλέβω μια σταγόνα ήλιο.
Παραδίνομαι!
Μεγενθυντικός φακός αποκαλύπτει
το μυστικό δρόμο από το σύννεφο
ως το αριστερό μου μάτι.

Ψυχές

Γέφυρες παράλληλες στα τόξα τ’ ουρανού. Σκιές ασημένιες πλάι στο νου. Άστρα καταπράσινα, κλωστές χρυσές, ανθρώπινες ψυχές κολυμπούν, χοροπηδούν από κύμα στο νήμα. Τοξότες ραίνουν το βήμα. 

Σκορπιοί

Σκορπιοί στο διάβα μου
εχθροί'
τους προσπέρασα με προσοχή.
Κρασί νερωμένο
δειγμάτισα πρωί'
πελάτες μου γνωστοί ηθοποιοί.

Πατέρα σε ρώτησα
ποιοι είναι οι οινοπαραγωγοί.
Δεν ξέρω μου είπες απολογητικά.
Δοκίμασα κρασί λευκό
μιλιούνια οι σκορπιοί
τους προσπέρασα με προσοχή.

Μου πέταξες, πατέρα, τα κλειδιά
ανάστροφα σε ανηφόρα
μπήκα στ' αμάξι το παλιό το διαλυμένο, το δικό μου
ολοκαίνουργο τώρα, πήρα τα κλειδιά.
Πατέρα ξεκίνησα, που είναι οι σκορπιοί;